About this blog

We cannot teach people anything.... We can only help them discover it within themselves.

''Galileo Galilei''

Πανσέληνος



Το φεγγάρι πλανάται πάνω από το κεφάλι της καθώς περιδιαβαίνει το πλημμυρισμένο από Σεληνιακό φως σοκάκι. Πανσέληνος σήμερα κι εκείνη αποφάσισε να επισκεφτεί παλιά λημέρια. Μέρη που είχε γευτεί με το κουτάλι την περίοδο που..


Ναι, εκείνη την περίοδο που...όλα ήταν γκρίζα για εκείνη και παρ' όλαυτά δεν θέλει να την αποβάλει από την μνήμη. Κρατά καλά φυλαγμένο το τότε, σε ένα μικρό ανήλιαγο σημείο της καρδιάς της. Η μνήμη φυσικά αντιδρά, στέλνοντας πακέτο την λήθη, αλλά η καρδιά δυνατότερη από κάθε ξεροκέφαλο μυαλό κερδίζει.

Βρίσκεται στην Rue d'Amboise του Παρισιού. Εκεί που κάθε βράδυ έψαχνε κάποιον άντρα να την πλημμυρίσει με λεφτά μετά από ένα αξέχαστο βράδυ μαζί της. Δεν ήταν εύκολη η δουλειά της αλλά η ονειρική εμφάνισή της, της έδωσε το εισιτήριο για την καλύτερη πελατεία. Πελάτης. χμ, δεν θέλει να τους σκέφτεται ως πελάτες. Στο κάτω κάτω ποτέ δεν ένοιωσε ως αντικείμενο προς πώληση. Τα χρήματα απλά εξυπηρετούσαν την καθημερινότητα. Γιατί να έχει εκείνη πελάτες και η γραμματέας ενός υπουργού να θεωρείται απλά γραμματέας; Αυτά τα τυπικά δεν τα πολύ κατανοεί το ανοικτό μυαλό της. Σημασία δεν έχει ο τίτλος που θα της αποδοθεί αλλά η ιστορία που ξεκινά μια νύχτα με Πανσέληνο σαν την σημερινή. Σημασία έχει το πως ξεκίνησε να κάνει το αρχαιότερο επάγγελμα όλων αλλά και πως το σταμάτησε.

Μια γεμάτη Σελήνη έφερε στην ζωή της φως και αγάπη. Μια ευχή, από εκείνες τις ευχές που πραγματοποιείται σε κάποια Πανσέληνο, ήταν κι η δική της. Τούτη η Σελήνη έφερε πίσω τον Έρωτα και μυρωδιές ανύπαρκτες έως τώρα. Άγνωστες για τα ρουθούνια μιας γυναίκας που έχει συνηθίσει να μυρίζει την ξινίλα και τον ιδρώτα των απανταχού καημένων που αναζητούν την εύκολη έξοδο από την βαρετή ζωή τους. Δεν τους κατακρίνει. Εκείνη υπάρχει γιατί πρωτίστως υπήρξαν εκείνοι. Όλα αλυσίδα σε αυτή την ζωή.

Ένα βράδυ λοιπόν, με Πανσέληνο, στον δρόμο του Παρισιού με τις πιο έντονες μυρωδιές από πατσουλί, ενός Παρισιού που φοράει τα καλά του και περιμένει να δείξει τι κρύβεται κάτω από αυτά, γελώντας χαιρέκακα, εκείνη στεκόταν σε μια, κοκκινωπά φωτισμένη, γωνία και χανόταν ανάμεσα στα άστρα. Της άρεσε πολύ να κοιτάζει τα αστέρια όταν εργαζόταν και ειδικά αν ήταν καλοκαίρι δεν έχανε ευκαιρία για δουλειά σε εξωτερικό χώρο. Της άρεσε να μυρίζει το γρασίδι, να βλέπει τα δέντρα, τα νερά του Σηκουάνα που πάνω του καθρεφτίζονταν όλη η πόλη και ο αστροβλογημένος Ουρανός, συνοδευόμενος από τις κάθε λογίς υποσχέσεις, κρύβοντάς τες έντεχνα, ανάμεσα στα λαμπιόνια του, από τα ανόητα αφτιά των κακοθελητών που διέλυαν τα όνειρα. Ταξίδευε ξαπλωμένη ή και όρθια σε εκείνους τους χώρους, έφευγε. Στάσιμη αλλά, ταξίδευε. Ήταν σαν να πετούσε μακριά από αυτό που ζούσε. Σκεφτόταν πως όλα συμβαίνουν με τον καλό της. Με εκείνον που αγάπησε όσο κανέναν. Δεν είχε σημασία αν αυτός ήταν αστέρι στον ουρανό. Την συγχωρεί και την καταλαβαίνει. Η φύση της είναι τέτοια που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς σεξ. Δεν μπορεί όμως και να αγαπήσει ξανά, ή τουλάχιστον έτσι πίστευε έως εκείνη την νύχτα. Έψαχνε για χαρά, ίσως και λύτρωση, μέσα από την ουσία άλλων ανθρώπων. Τουλάχιστον αυτή ήταν η δική της εξήγηση για την απάρνηση της ζωής που έκανε έως την μέρα που τον έχασε.

Το ευλογημένο εκείνο βράδυ λοιπόν, που η νύχτα κατέβασε ένα από τα αστέρια της στην γη, εκείνη δούλευε έξω από τον Οίκο. Στεκόταν στον δρόμο, κατόπιν ειδικής συμφωνίας, για να μπορεί να βλέπει τα αστέρια. Εκείνη την νύχτα σταμάτησε στο πλάι του δρόμου ένα μαύρο αυτοκίνητο. Δεν ήταν από τα ακριβότερα όμως ο οδηγός τράβηξε αμέσως την προσοχή της. Ήταν Εκείνος πριν γίνει αστέρι. Ήταν ζωντανός; Πως είναι δυνατόν; Τον είχε συνοδεύσει μέχρι την τελευταία κατοικία του με δόξα και τιμές μετά από έναν τραγικό και ξαφνικό θάνατο. Εκείνος πιλότος μαχητικού αεροσκάφους δεν έπεσε στην μάχη, όπως επιθυμούσε πάντα, αλλά σωριάστηκε στο πάτωμα μετά από ένα οξύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Έμεινε κλινήρης για 7 μήνες μέχρι που θεωρήθηκε κλινικά νεκρός. Ένας άντρας 33 ετών που είχε τα πάντα στην ζωή την έχασε με ένα τσάφ του εγκεφάλου. Πέρασε μια αναλαμπή ευημερίας σε ένα πάρτι, το προηγούμενο βράδυ, και το επόμενο μεσημέρι ήρθε το τέλος.

Εκείνος λοιπόν, ο ίδιος (να ήταν ο ίδιος;), βρισκόταν τώρα μπροστά της, μέσα σε ένα αυτοκίνητο και της χαμογελούσε σαν γνώριμος από τα παλιά. ''Δεν είναι δυνατόν'' ψέλλισε η γυναίκα και γύρισε το βλέμμα της αλλού. ''Σε λατρεύω αλλά δεν είσαι εδώ. Δεν υπάρχεις. Φύγε, πονάω.''

Λίγα δευτερόλεπτα μετά, στρέφοντας το κεφάλι της προς το μέρος του μαύρου σιδερικού με τις τέσσερις ρόδες, είδε τον άντρα εκείνον, πάλι.  Καθόταν ατάραχος, ντυμένος απλά και την κοίταζε θαμπωμένος. Η Claudine, ντυμένη με ένα χρυσό φόρεμα και φορώντας σανδάλια που χρύσιζαν σαν εκείνα του Ερμή απ' τα παλιά, ήταν μια πολύ όμορφη γυναίκα. Έμοιαζε βγαλμένη από παραμύθι. Βγαλμένη από το παραμύθι που επιθυμεί να ζήσει κάθε άντρας. Δεν θα την περιγράψω. Όλοι μπορούν να φανταστούν την δική τους Claudine. Εκείνη ήταν, σε μια γυναίκα, όλες οι φαντασιώσεις μαζί, τυλιγμένες, την βραδιά τούτη με χρυσή κορδέλα. Σαν χαμαιλέοντας άλλαζε μορφή και κάθε βράδυ γινόταν η φαντασίωσή σου, η φαντασίωση του, η φαντασίωση κάθε άντρα. Ένα ταλέντο μοναδικό. Ένα ταλέντο που γεννήθηκε μέσα από πόνο. Μέσα από την ανάγκη της να νοιώθει ότι αν δεν είναι εκείνη ευτυχισμένη ίσως κατόρθωνε να ρουφήξει ευτυχία μέσα από τους άντρες που ικανοποιούσε.

Εκείνος όμως στεκόταν εκεί για να την θαυμάσει. Όχι για να τον ικανοποιήσει. Την κοίταζε αρκετή ώρα μέχρι που αποφάσισε να εξαφανιστεί μέσα στο φεγγαρόλουστο δρομάκι. Τρελάθηκε. Δεν ήξερε πώς να αντιδράσει στο απρόσμενο δώρο που της πρόσφερε η μοίρα. Η ίδια μοίρα που πήρε την αγάπη μέσα από τα χέρια της την γύρισε πίσω με την ίδια μορφή. Σίγουρα ονειρευόταν. Δεν έζησε αληθινά εκείνη την σκηνή που, αν και βγαλμένη σαν μέσα από ρομαντική ταινία, ήταν ένα μικρός εφιάλτης για την Claudine καθώς της κάρφωσε με βία μια κοφτερή λεπίδα στο κομμάτι της καρδιάς με χαραγμένο το όνομά του. Πώς να το αντέξει αυτό; Πώς να συνεχίσει να αναπνέει γνωρίζοντας πως εκείνος περπατάει σε ετούτη την γη, αφήνοντας τα αστέρια για το χατίρι της, αλλά δεν είναι πλέον μπροστά της;

Ξαφνικά εξαφανίστηκε η γη κάτω από τα πόδια της. Έβλεπε την κόλαση να αναβλύζει καυτό υγρό με ορμή από της πλάκες που έχαναν την θέση τους στο πάτωμα. Όλα σκοτείνιασαν κι εκείνη σωριάστηκε κάτω, σε ένα πάτωμα που δεν υπήρχε πλέον για τα μάτια της. Μόνο η αχνιστή κόλαση άνοιγε τις αγκάλες της και τίποτα δεν την στήριζε. Όλα χάθηκαν για μια ακόμη φορά. Το μόνο που έμεινε να της κρατά συντροφιά ήταν ένα σμήνος αστεριών που, λες και ακούγοντας τον κρότο της πτώσης και την άναρθρη κραυγή της, μαζεύτηκε να την παρηγορήσει.

Εκείνη την νύχτα στην Claudine ψιθύρισε η πλάση και της έδωσε κουράγιο να σταθεί πάλι όρθια. Όρθια και μακριά από την ευτυχία των άλλων. Της είπε να ψάξει για την δική της ευτυχία και αυτό έκανε. Οι άνθρωποι προσπερνούσαν βλέποντας έναν άγγελο κατάχαμα αλλά δεν ήταν μόνη. Τα αστέρια ήταν παντοτινοί της σύντροφοι.

Ο άντρας δεν γύρισε πίσω εκείνο το βράδυ αλλά.... η Πανσέληνος θα κάνει το θαύμα της και πάλι. Ίσως και να το έκανε.. αν η Claudine το θέλησε πολύ.

Μια ευχή σήμερα -δοκιμαστικά- και ποιος ξέρει... Ίσως πειστείτε πως τα πάντα είναι πιθανό να συμβούν. 

                                                                                                                                            ©Chrdk
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...